Η αντιπολίτευση στη δύση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στην ανατολή της Τουρκικής Δημοκρατίας
Γεώργιος Α. Ναθαναήλ
Χριστίνα Φίλιου, Τουρκία: Η αντιπολίτευση στην ιστορία, μτφρ. Άννυ Σπυράκου, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2023, σελ. 304
Η Χριστίνα Φίλιου είναι καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Berkeley, στην Καλιφόρνια, και τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα είναι τα οθωμανικά Βαλκάνια και η Μέση Ανατολή από τον 17ο έως τον 20ό αιώνα. Το βιβλίο της με τίτλο Turkey: A Past Against History εκδόθηκε το 2021 και μεταφράστηκε από την Άννυ Σπυράκου το 2023. Το βιβλίο χωρίζεται σε επτά βασικά κεφάλαια, με απώτερο σκοπό την έρευνα του όρου muhalefet, εστιάζοντας σε μια μελέτη περίπτωσης, τον Refik Halit Karay, ο οποίος ήταν λογοτέχνης. Δεν πρόκειται για μια προσπάθεια σύνταξης της βιογραφίας του Refik, αλλά για μια προσπάθεια κατανόησης της muhalefet, δηλαδή της έννοιας της αντιπολίτευσης προς τις κρατικές αρχές, ως πρακτικής και ως εργαλείου για την κατανόηση της ταραχώδους πολιτικής σκηνής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Το πρώτο κεφάλαιο επικεντρώνεται στην προσωπικότητα και τα ερεθίσματα τα οποία είχε ο Refik. Πιο συγκεκριμένα, η ανατροφή του, η κοινωνική θέση της οικογένειάς του και η εκπαίδευση που έλαβε, σε ένα αυταρχικό πολιτικό πλαίσιο, είναι σημεία στα οποία ο αναγνώστης θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή. Πρώτα απ’ όλα, η συγγραφέας σκιαγραφεί το προφίλ του Refik μέσα από την κοινωνική και πολιτική θέση της οικογένειάς του. Στη συνέχεια, περιγράφει τη φοίτησή του στο Galatasaray, τη σύντομη καριέρα που ακολούθησε ως μέλος της οθωμανικής γραφειοκρατίας και τα πρώτα του βήματα στη συγγραφή, πριν και μετά το 1908. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα δύο διηγήματα του Refik, τα οποία, με κεντρικό άξονα στιγμιότυπα της οθωμανικής κοινωνίας, επιχειρούν να αναδείξουν αλληγορικά την πολυπλοκότητα της İkinci Meşrutiyet Dönemi (Δεύτερη Συνταγματική Περίοδος). Λίγο μετά τα γεγονότα της 31ης Μαρτίου 1909, ο Refik έφυγε από την Κωνσταντινούπολη για το Παρίσι και επέστρεψε τον Φεβρουάριο του 1910. Η σημασία αυτού του ταξιδιού έγκειται στο γεγονός ότι ο Refik, μετά από αυτό το ταξίδι, στράφηκε στην πολιτική σάτιρα, η οποία μέχρι τότε τού ήταν αδιάφορη. Αλλά, την ίδια περίοδο, φαίνεται ότι η έννοια της muhalefet έπαιρνε νέες διαστάσεις. Η έννοια της αντιπολίτευσης, από το τέλος του 19ου έως και τα μέσα του 20ού αιώνα, δεν είχε την ίδια ένταση και τον ίδιο τρόπο έκφρασης, γεγονός που θέλει να αναδείξει, να εξετάσει και να εξηγήσει η συγγραφέας μέσα από τα κείμενα του Refik, τοποθετώντας τα μέσα στο εκάστοτε πολιτικό πλαίσιο.
Ως εκ τούτου, η συγγραφέας ασχολείται στο δεύτερο κεφάλαιο με τον μετασχηματισμό του όρου muhalefet από το 1908 έως το 1913. Η διαδικασία αυτή γίνεται εμφανής μέσα από τα γραπτά του Refik, ο οποίος δεν τοποθετήθηκε ανοιχτά υπέρ κάποιας πολιτικής ομάδας, αλλά περιέγραψε την πολιτική κατάσταση της αυτοκρατορίας ή, μάλλον, τις αντιφάσεις της İkinci Meşrutiyet Dönemi. Από τα τέλη του 1911 ο Refik, ο «Σκαντζόχοιρος», όπως τον αποκαλούσαν, σταμάτησε για λίγο να γράφει, για να συνεχίσει από τα μέσα του 1912. Σύντομα όμως μπήκε στο στόχαστρο της İttihat ve Terakki Cemiyeti (Επιτροπή Ένωσης και Προόδου), η οποία ανέλαβε τη διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας από τον Ιανουάριο του 1913. Εξορίστηκε στη Σινώπη, όπως και οι υπόλοιποι που σχετίζονταν με τη muhalefet. Ήδη από το 1911 η muhalefet άρχισε να συνδέεται με την αντιπολίτευση ενάντια στην İttihat ve Terakki Cemiyeti και κατέληξε το 1913 να περιοριστεί σε μια ομάδα αποτελούμενη από 800 άτομα. Να τονίσουμε εδώ ότι δεν πρόκειται για κάποια οργανωμένη πολιτική συσσωμάτωση ατόμων, τα οποία έχουν κοινή γραμμή εναντίον της İttihat ve Terakki Cemiyeti, ούτε πρόκειται για κάποιο κόμμα. Στην πραγματικότητα, καταλαβαίνουμε πως, για τα μέλη της İttihat ve Terakki Cemiyeti, αυτά τα άτομα έχουν περάσει μια νοητή γραμμή και πλέον βρίσκονται εντός της σφαίρας της muhalefet.
Ένα σημαντικό κεφάλαιο, τόσο για τη ζωή του Refik όσο και για την κατανόηση της muhalefet, είναι η περίοδος της εξορίας του Refik σε πόλεις της Ανατολίας. Από το 1913 έως το 1918 βρισκόταν σε συνεχή κίνηση, αλλά ταυτόχρονα σε πνευματική ακινησία. Οι προσπάθειές του να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη απέβησαν άκαρπες και το μόνο διήγημα που κατάφερε να γράψει είχε τον τίτλο «Şaka». Το κεντρικό θέμα είναι η συνύπαρξη των θρησκειών και των εθνοτήτων στην Ανατολία, ενώ γύρω από τη Σινώπη, την ίδια στιγμή, είχαν αρχίσει οι σφαγές των Αρμενίων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ζήτημα της στάσης του Refik απέναντι στις φρικαλεότητες άλλων εθνοτικών και θρησκευτικών ομάδων στην αυτοκρατορία. Η κριτική του ήταν διακριτική, αλλά όχι τη στιγμή που συνέβαιναν τα γεγονότα. Τη στιγμή που λάμβαναν χώρα οι εκτοπίσεις και οι σφαγές, η σιωπή ήταν η στάση που κράτησε ο Refik, αποκαλύπτοντάς μας τα όρια της muhalefet. Η σιωπηλή συνενοχή, λόγω κοινών συμφερόντων με τα μέλη της İttihat ve Terakki Cemiyeti, ήταν η ενδεδειγμένη στάση για ένα μέλος της αντιπολίτευσης. Τελικά, ο Refik επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη το 1918, παρά την άρνηση του Talat Paşa, χάρη στη βοήθεια του Ziya Gökalp. Και χάρη στον Ziya Gökalp αποφεύχθηκε μια νέα εξορία, επειδή στοχοποίησε με τη σάτιρά του τα μέλη της İttihat ve Terakki Cemiyeti.
Η περίοδος με την οποία ασχολείται η Φίλιου στο τέταρτο κεφάλαιο είναι ίσως μια από τις πιο ενδιαφέρουσες στην ιστορία, τόσο της Κωνσταντινούπολης όσο και της παρακμάζουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τώρα μια νέα πολιτική παράταξη έχει έρθει στο προσκήνιο, οι Τούρκοι εθνικιστές, οι οποίοι δεν έχουν ξεφύγει από την αντιπολιτευτική σάτιρα του Refik. Τους κατηγόρησε ότι βρίσκονται κοντά στην İttihat ve Terakki Cemiyeti, κάτι που οι ίδιοι αρνήθηκαν. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεγονός ότι τα σχετιζόμενα με την muhalefet πρόσωπα ήρθαν στην εξουσία στα χρόνια της συμμαχικής κατοχής της οθωμανικής πρωτεύουσας. Το ενδιαφέρον σημείο σε αυτό το κεφάλαιο είναι το πώς άλλαξε, τόσο μέσα από τα πολιτικά τεκταινόμενα όσο και μέσα από τον υπό διαμόρφωση πολιτικό λόγο των Τούρκων εθνικιστών, το πολιτικό περιεχόμενο των ατόμων τα οποία χαρακτηρίζονταν ως αντιπολιτευόμενοι. Πλέον δεν ήταν απλά αντίθετοι σε πολιτικές απόψεις, αλλά ανήκαν σε μια άλλη ομάδα ανθρώπων, που τους βάρυνε η κατηγορία της εθνικής προδοσίας. Ειδικά ο Refik στοχοποιήθηκε από τον Mustafa Kemal επειδή δεν τον βοήθησε στη διάδοση της αντίστασης που κήρυξε όταν αποβιβάστηκε στην Ανατολία. Ο επικεφαλής της Posta Telgraf Umum Müdürlüğü (Διεύθυνση Δημοσίων Ταχυδρομείων και Τηλεγράφων), ο Refik, ήταν πλέον προδότης του έθνους. Από το 1919 μέχρι την τελική νίκη των εθνικιστών, το 1922, ο Refik αντιμετώπισε ανοιχτά τους εθνικιστές, αλλά οι συνέπειες ήταν πικρές. Αναγκάστηκε να ξαναζήσει τα χρόνια της πρώτης του εξορίας, αυτή τη φορά εκτός των συνόρων της νεοσύστατης Τουρκικής Δημοκρατίας.
Στο πέμπτο κεφάλαιο, η συγγραφέας εστιάζει στα πρώτα χρόνια της Τουρκικής Δημοκρατίας. Ταυτόχρονα, όμως, είναι ενδιαφέρον να δούμε πώς διαμορφώθηκε το muhalefet από το εξωτερικό. Για τις αρχές, ο Refik δεν ήταν απλώς ένα αντιπολιτευτικό στοιχείο, αλλά είχε διαπράξει προδοσία, γεγονός που του «χάρισε» μια θέση στον κατάλογο των 150 ατόμων που ήταν πλέον ανεπιθύμητα στη χώρα. Ωστόσο, ο Refik κατάφερε να γράψει την αυτοβιογραφία του σε δύο μέρη το 1924, η οποία κυκλοφόρησε στην Τουρκία και προκάλεσε μεγάλες αντιπαραθέσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση της Άγκυρας και τον Τύπο της Κωνσταντινούπολης. Μια από τις πιο καθοριστικές χρονολογίες, τόσο για την Τουρκία όσο και για την οριοθέτηση της muhalefet, ήταν το 1927. Σύμφωνα με τη συγγραφέα, o Nutuk, δηλαδή ο λόγος που εκφώνησε ο Mustafa Kemal τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, και η οριοθέτηση του τι είναι επιτρεπτό λειτούργησε με τέτοιο τρόπο, ώστε να διαμορφωθεί ένα νέο εθνικό αφήγημα. O Nutuk αναδείχθηκε σε ένα ισχυρό όπλο εναντίον κάθε μορφής αντιπολίτευσης, προκειμένου να τις φιμώσει μια για πάντα.
Πράγματι, στο έκτο κεφάλαιο γίνεται αντιληπτό ότι o Nutuk κατάφερε να «μεταμορφώσει» τον Refik. Αλλά τι είδους «μεταμόρφωση» ήταν αυτή και πότε συνέβη; Φαίνεται να τοποθετείται μεταξύ 1927 και 1938, όταν ο Refik επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, και από το 1938 έως το 1945. Πώς από persona non grata έγινε αποδεκτός στην Τουρκία; Οι σχέσεις μεταξύ του Refik Halit Karay, ο οποίος είχε πλέον επώνυμο, μετά τον σχετικό νόμο του 1934, και του Mustafa Kemal εξομαλύνθηκαν. Η διαδικασία αυτή αναδεικνύεται από την Φίλιου στο έκτο κεφάλαιο. Ο Refik έπρεπε επιλεκτικά να ρίξει στη λήθη ό,τι δεν τον έκανε αντιπαθή στην κεμαλική εξουσία. Παρ’ όλα αυτά, στοιχεία αντιπαράθεσης θα μπορούσαν να διακριθούν και στα γραπτά στα οποία ήταν εμφανής η πολιτική του μεταστροφή. Ταυτόχρονα με αυτή τη μεταμόρφωση του Refik, στο εσωτερικό της Τουρκίας γινόταν ένα πολιτικό πείραμα με τη δημιουργία ενός κόμματος αντιπολίτευσης (1930). Ωστόσο, το πείραμα αυτό διακόπηκε από την κυβέρνηση, λόγω της ευρείας απήχησης του νέου κόμματος. Τον προηγούμενο χρόνο, ο Refik βρισκόταν ένα βήμα πριν από το να χαρακτηριστεί η έκδοση του έργου του Deli ως αντιπολιτευτική πράξη. Η μεταρρύθμιση του αλφαβήτου είχε εφαρμοστεί, αλλά ο Refik επέλεξε να εκδώσει το έργο στα οθωμανικά. Ήταν πλέον σαφές ότι τα όρια της αντιπολίτευσης ήταν ιδιαίτερα στενά. Παρ’ όλα αυτά, το σημείο που φαίνεται ότι βοήθησε στην αλλαγή της στάσης της κυβέρνησης απέναντι στον Refik ήταν η προσφορά βοήθειας προς την Τουρκία σχετικά με την υπόθεση του Hatay. Ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για όλα τα αντιπολιτευόμενα πρόσωπα να αποδείξουν ότι εμπνέονταν από πατριωτικά αισθήματα. Η επιρροή του Refik στο Hatay και το χρονικό του με τίτλο Ankara, το 1939, αποτελούν απόδειξη της «μεταμόρφωσής» του λίγο πριν από τη δεκαετία του 1940.
Στο τελευταίο κεφάλαιο, η συγγραφέας εστιάζει στη μεταπολεμική εποχή που η Τουρκία βρίσκεται πλέον στο πλευρό του «ελεύθερου κόσμου». Ωστόσο, υπάρχει ένα σημείο αντίθεσης κατά τη διάρκεια του πολέμου. Αυτό ήταν η εφημερίδα Tan, η οποία καταστράφηκε, έπειτα από επίθεση που δέχθηκε στα τέλη του 1945, επειδή εξέφραζε ιδέες πιο κοντά στη Σοβιετική Ένωση. Ένα μήνα αργότερα, όμως, ιδρύθηκε ένα νέο κόμμα που ενσάρκωσε την αντιπολίτευση, το Demokrat Partisi. Ο Refik έγραφε για την Tan μέχρι το 1944, αλλά απομακρύνθηκε από αυτή για να αποφύγει να βρεθεί στο στόχαστρο της κυβέρνησης και να οδηγηθεί ξανά στην εξορία. Δεν ήθελε καθόλου να ταυτιστεί με τον σοβιετικό πολιτικό λόγο αλλά, ταυτόχρονα, ήταν επικριτικός απέναντι στα φασιστικά καθεστώτα. Επιπλέον, την ίδια περίοδο, ο Refik επανέφερε από τη λήθη τη σατιρική εφημερίδα Aydede, για να εκδώσει τα απομνημονεύματά του με τίτλο Minelbab İlelmihrab. Η πολιτική σημασία αυτής της κίνησης έγκειται στο γεγονός ότι τώρα η αντιπολίτευση πρέπει να γίνει αποδεκτή από την άρχουσα τάξη. Πράγματι, κατά κάποιον τρόπο, υπήρξε αντιπολίτευση μέσω του Demokrat Partisi, που ήρθε στην εξουσία το 1950, αλλά δεν δημιουργήθηκε εκ του μηδενός: Οι άνθρωποι που αποτελούσαν το κόμμα ήταν παλιά μέλη του κεμαλικού κόμματος και το πλαίσιο για τη συγκρότηση του νέου κόμματος ήταν κάθε άλλο παρά δημοκρατικό. Σε αυτά τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής του, ο Refik ήταν πολύ παραγωγικός, αλλά χωρίς κριτική. Η κατάσταση εκτροχιάστηκε ξανά από το πραξικόπημα του 1960, με το οποίο ολοκληρώνεται το τελευταίο κεφάλαιο. Πλέον η μετάβαση σε μια πραγματική δημοκρατία ήταν απλώς ένα όνειρο.
Στα συμπεράσματά της η συγγραφέας στοχάζεται ξανά τον όρο muhalefet. Είναι, πράγματι, ένας όρος που παίρνει διαφορετικές μορφές μέσα σε σύντομες χρονικές περιόδους. Επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τα πολιτικά γεγονότα της εποχής και είναι εύπλαστος. Η επιλογή της περίπτωσης του Refik είναι σίγουρα πετυχημένη γιατί, εκτός από το ότι δείχνει αυτή την ικανότητα του όρου να παίρνει διαφορετικές μορφές κάθε φορά, αποτελεί ιδιαίτερο παράδειγμα, γιατί βλέπουμε τη σύνδεση λογοτεχνίας και πολιτικής. Η διαχείριση ενός τέτοιου υλικού δεν είναι καθόλου εύκολη, αλλά το βιβλίο δίνει τη δυνατότητα σε όσους γνωρίζουν το θέμα να κατανοήσουν από την αρχή μέχρι το τέλος τα κύρια επιχειρήματα. Παρά το γεγονός ότι η συγγραφέας χρησιμοποιεί και πρωτογενές υλικό πολιτικής φύσης, θα χαρακτηρίζαμε το βιβλίο ως ιστορία ενός πολιτικού όρου που παρουσιάζεται μέσα από τη λογοτεχνία. Είναι μια συνεισφορά στην πολιτική ιστορία της ύστερης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Τουρκικής Δημοκρατίας, για την οποία έχουν γραφτεί πολλά, με ευφάνταστο τρόπο, για έναν όρο τόσο περίπλοκο όσο και η περίοδος στην οποία εμφανίζεται. Ακριβώς πάνω σε αυτή τη σκέψη στηρίζεται και η αρχή του δικού μας αναστοχασμού, στο πόσο ευμετάβλητοι είναι οι πολιτικοί όροι στη δύση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στην ανατολή της Τουρκικής Δημοκρατίας.